του
Δημητρίου Σ. Παπαδόπουλου (Σταυριώτη)
Όχι ποιητική αδεία… αλλά ποιητική αναιδεία…
Έτσι υπέγραψε στην προμετωπίδα του χειρογράφου που μού έστειλε ο αγαπητός φίλος Γιώργος Χαραλάμπους. Άραγε έχει συναίσθηση ότι είναι αναιδής καθώς τόλμησε να γράψει ποίηση; Βέβαια αυτό που διάβασα, και όπως κι εσείς θα διαπιστώστε, δεν ακριβώς Ελύτης, ούτε Σεφέρης. Είναι ο λόγος και η καρδιά του φίλου μου του Γιώργου κι αυτό έχει στην ψυχή μου πιότερη αξία από ολάκερη την ‘’Ιθάκη’’ του Καβάφη.
Γιατί; Ίσως γιατί ταιριάζουμε…
Γιατί η ανάγνωση και τα βιβλία
είναι ο κόσμος του. Γιατί είναι φιλομαθής φιλαναγνώστης και φιλίστωρ. Γιατί
θαρρώ πώς έχει καταλάβει καλά πώς δεν έχει καμία αξία να έχεις έρθει σ’ αυτόν
τον κόσμο και να μην γνωρίζεις από πού κρατεί η σκούφια σου, ποιοι σε γέννησαν
και ποιοί διέσωσαν και σού ‘μαθαν τούτη τη γλώσσα που μιλάς;
Παλιότερα πού είχα συχνά την
ευκαιρία να μιλώ μαζί του, έμενα έκπληκτος από το εύρος των γνώσεών του. Από το
φιλέρευνο πνεύμα του και το κυρίως ανοιχτό μυαλό του.
Του έχω χρέος μεγάλο. Μάλλον η
λέξη ‘’χρέος’’ δεν ταιριάζει εδώ. Δεν γράφω τούτες τις λέξεις γιατί τού τις
χρωστώ. Τις γράφω γιατί εάν δεν το κάνω θα ‘’σκάσω’’.
Δεν θα έλεγα ότι είναι ένας
από τους δασκάλους μου. Όχι! Είναι απλώς ένας άνδρας που σου δίνει την αίσθηση
ότι πρέπει, είναι καλό να γράφεις και πρέπει να συνεχίσεις να γράφεις. Ότι
αξίζει να κάνεις αυτό που κάνεις. Ότι δεν είναι μάταιο.
Τι παραξενιά κι αυτή να
ψάχνεις διαρκώς να βρίσκεις άγνωστες πτυχές της ιστορίας και να τις μοιράζεσαι;
Γιατί κάτι τέτοιο κάνουμε οι δυό μας. Τι «διαστροφή» κι αυτή να γυρίζεις τούμπα
τις ιστορικές πεποιθήσεις και να ξαναγράφεις στο μυαλό σου ξανά την ιστορία, κι
οι ήρωες να γίνονται προδότες και οι πρωταγωνιστές κομπάρσοι; Να αποκαθηλώνεις
και να ηρωοποιείς. Και να ψάχνεις. Να ψάχνεις επίμονα και να μην το βάζεις
κάτω. Το λοιπόν, μοιραζόμαστε αμφότεροι τούτη τη «διαστροφή». Αντάμα με το
τσίπουρο και τους μεζέδες. Γι’ αυτό και ταιριάξαμε.
Όταν ξεχνιόμασταν με τις ώρες
και συζητούσαμε για κάποιο ιστορικό θέμα, την επόμενη ημέρα είχα στα χέρια μου
κάποια βιβλία σχετικά με τα ζητήματα που κουβεντιάζαμε. Τα είχε στη βιβλιοθήκη
του; Τα αγόραζε; Δεν ξέρω. Πάντως μού τα δώριζε. Κι ένα από αυτά, ήταν: ‘’ Τα παιδιά της Λύκαινας, οι επίγονοι της
πέμπτης Ρωμαϊκής Λεγεώνας κατά τη διάρκεια της κατοχής (1941-1944)’’ του Λαρισαίου
δικηγόρου Σταύρου Παπαγιάννη.
Κι έτσι, με εκείνο το σπουδαίο
σύγγραμμα που μού δώρισε ο Γιώργος ο Χαραλάμπους, έσπειρε στο μυαλό μου την
ιδέα να γράψω τον ‘’Χαρακιά’’. Κι όχι μόνο την έσπειρε, αλλά συνέχιζε να την
ποτίζει ( χαρίζοντάς μου βιβλία σχετικά με το θέμα).
Μέχρι που ο σπόρος βλάστησε
και ούτω… ‘’γενηθήτω η μυθιστορία’’!
Γράφει μεταξύ άλλων ο φίλος
Χαραλάμπους… ποιητικώς και ουχί αναιδώς όπως ισχυρίζεται…
‘’Από
του Πόντου το Σταυρίν
Φεύγουν
κυνηγημένοι
Και
στην Ελλάδα έρχονται
Γυμνοί
και πεινασμένοι
Αβάσταχτο
ο πόνος τους
Σαν
φθάσαν στην πατρίδα
Κι
εδώ βρεθήκανε εμπρός
Σε
νέα καταιγίδα
Τους
ρίξανε σ’ ένα βουνό
Χαμόσπιτα
να χτίσουν
Να
κρύψουνε τη γύμνια τους
Κι
απέ να καζαντίσουν
Ολημερίς
ματώνανε
Τα
χέρια κι η καρδιά τους
Στήσανε
το Ωραιόκαστρο
Την
πόλη τη δικιά τους…’’
Είπαμε. Δεν το λες και ακριβώς
ποίηση, αλλά το ξεκαθάρισε εξ αρχής ο φίλος μου ο Γιώργος. ‘’Ποιητική
αναιδεία’’…
Και σ’ άλλο ποίημα γράφει κάτι
που με κολακεύει ιδιαίτερα:
‘’Μάστορας
της ζάχαρης
Του
λόγου πεχλιβάνης
Των
γραμμάτων εραστής
Και
της ζωής αλάνης…’’
Γεια σου ρε φίλε Γιώργη,
τσίφτη και καραμπουζουκλή!
Χίλια χρόνια να ζήσεις και να
γράφεις κι αλλά τέτοια σαν και τούτο που ακολουθεί το πολύ ωραίο:
‘’Ωκεανοί
και πέλαγα
Τόσα
τα σφάλματά μου
Μα
τ’ αγαπώ μα το Θεό
Σαν
να ’τανε παιδιά μου.
(Με την απίθανη υποσημείωση: ‘’Ποίηση: το τελευταίο λάθος μου…’’)
Και μια και μιλάμε για ποίηση
και ποιητές… και για βιβλία…
Ιδού κάτι που έγραψε ένας άλλος
φίλος. Ωραιοκαστρίτης κι αυτός, που είμαι σίγουρος ότι θα αισθανθεί άβολα εάν
πω το όνομά του.
‘’Το
δένδρο ρίχνει τη σκιά του στην αυλή και σε σκεπάζει.
Το
βιβλίο ρίχνει τη σκιά του στο τραπέζι και σε αποσβολώνει.
Ξετυλίγεται
το κουβάρι της ιστορίας
Και
δένεσαι με τα χέρια πισθάγκωνα στο απόγευμα.
Εικονομάχοι
και εικονολάτρες αυτοκράτορες σήμερα ρίχνουν το φως τους
‘’ουκ
ένι δυνατόν εις τους χριστιανούς εκκλησίαν έχειν και βασιλέα ουκ έχειν’’
Και
σου ζητούν να τους ακολουθήσεις.
Παριστάνεις
τον αμέτοχο, ψάχνεις καράβι να παρκάρεις αλλά η αυλή δεν είναι λιμάνι,
ψαλμοί
ακούγονται ανακατεμένοι με ζητωκραυγές,
ελληνικοί
ύμνοι στη Ρώσικη προς τιμήν του Ιεροσλάβου,
παντού
γύρω από τις εκκλησιές και τον ιππόδρομο,
σακάτηδες
ζητιάνοι και μακρυχέρες γύφτισες.
Το
βέλος διαπερνά το δέρμα και μπήγεται στη μπαγιάντα,
ο
χρωστήρας απλώνει την κόκκινη γραμμή του αίματος.
Σε
όλες τις εποχές η τέχνη έπεται της δύναμης.’’
(Υποθέτω πως το παραπάνω
ποίημα γράφθηκε με αφορμή την ανάγνωση του βιβλίου ‘’Βυζαντινή Κοινοπολιτεία’’ του Δημητρίου Ομπολένσκι, αλλά μπορεί
και να σφάλω…).
Σέβομαι και «φοβάμαι» τους
ποιητές… το ίδιο και τους ζωγράφους…
Τους πρώτους, διότι μέσα σε
λίγες λέξεις μπορούν να πουν όλα κείνα που εγώ χρειάζομαι μια ολάκερη
μυθιστορία για να ειπώ.
Και τους δεύτερους, τους
ζωγράφους, διότι με τις πινελιές και το χρώματά τους, μού αποκαλύπτουν πτυχές
του θέματός τους που δεν φανταζόμουν και που καμιά από τις γλώσσες του κόσμου
δεν ημπορεί να «πει»…
Όπως… εκείνη η βαθυκόκκινη
αιχμηρή πινελιά της ζωγράφου μας της Μάρης της Βεργουλίδου στα έργα της για τη
γενοκτονία του Πόντου.
Άστοχη, ξεκάρφωτη στην αρχή…
μέχρι να καταλάβεις…
Θυμηθείτε: «Ο χρωστήρας απλώνει την κόκκινη γραμμή του αίματος», λέει ο
ποιητής…
Σέβομαι και «φοβάμαι» τους
πολιτικούς…
Όχι, δεν μπορώ να συμφωνήσω
απόλυτα με τον Πλάτωνα πως η πολιτική είναι η υψίστη των τεχνών. Η πολιτική δεν
είναι τέχνη. Οι τέχνες είναι μόνον έξι, άντε και με τον κινηματογράφο, επτά.
Πολιτική είναι μεταξύ άλλων
πολλών και η διαχείριση της εξουσίας, άρα της δύναμης. Και καθώς σωστά είπεν ως
άνω ο ποιητής: ‘’σ’ όλες τις εποχές, η
τέχνη έπεται της δύναμης’’.
Πάει πολύς καιρός πια, κοντά
είκοσι χρόνια, από τότε που εξέδωσα την εφημερίδα «Χρόνος» του Ωραιοκάστρου,
που έπαψα να ασχολούμαι αποκλειστικά με την λογοτεχνία. Κάπου εκεί στα 40 μου
ανακάλυψα πως είναι χρέος ιερό για τον κάθε άνθρωπο η ενεργή συμμετοχή στα
κοινά. Το αλισβερίσι με την πολιτική δηλαδή. Μού στοίχησε οικονομικά,
ψυχολογικά, έκανα λάθη, αλλά δεν θα πω πως μετάνιωσα. Θαρρώ πως βγήκα λιγάκι
πιο σοφός από τούτη τη δοκιμασία. Έμαθα καλύτερα τον εαυτό μου και τους συμπολίτες
μου. Μέσα από την έκδοση της εφημερίδος και την έμμεση εμπλοκή μου με την
πολιτική, σπούδασα θέλοντας και μη τους ανθρώπινους χαρακτήρες (και την
πολιτική). Πράγμα που με βοήθησε μετέπειτα στην απόδοσή τους (των χαρακτήρων
εννοώ) στη λογοτεχνία. Βλέπετε, τίποτε δεν πάει χαμένο.
Ξέρετε, από τα λάθη του μαθαίνει
κανείς πολλά. Μπορεί τα λάθη να είναι πηγές απ’ όπου αντλούμε γνώση, αλλά είναι
τραγικά όταν τα επαναλαμβάνουμε.
Και κάτι άλλο. Ξέρετε ποιος
είναι αυτός που δεν κάνει ποτέ λάθος; Αυτός που δεν κάνει ποτέ τίποτα. Ένας
άνθρωπος όμως που δεν κάνει τίποτα, τι είναι; Τι αξία έχει; Καμία!
Οι εκλογές τέλειωσαν. Ίσως
έχουμε να πούμε πολλά, αλλά όταν θα έχει καταλαγιάσει ο κουρνιαχτός της τελειωμένης
πια εκλογικής μάχης. Όταν θα μπορέσουμε μετρήσουμε πτώματα και τραυματίες, τόσο
μέσα στους ηττημένους, όσο και στους νικητές.
Προσωπικά ανήκω για ακόμη μια
φορά (έχει καταντήσει εκνευριστική επανάληψη πια) στην πλευρά των ηττημένων.
Εκείνο όμως που με θλίβει ιδιαίτερα είναι πως αυτοί που με νίκησαν δεν ήταν
καλύτεροι στρατιώτες, αξιότεροι μαχητές από εμένα.
Μακάρι να ήταν…
Εκείνο που κρατώ όμως από
τούτες τις εκλογές και μού απομένει, είναι το γεγονός ότι ένας «αναιδής»
ποιητής όπως ο Γιώργος Χαραλάμπους, κατάφερε να με ψηφίσει δίχως να είμαι
υποψήφιος σε κάποια παράταξη…
Τι σού είναι αυτοί οι ποιητές!
Ε, λοιπόν, αυτό… αυτό μόνον
ένας ποιητής θα ημπορούσε να το πετύχει!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου