Του Δημήτρη Μάρδα
Καθηγητή Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ
π. Αν. Υπουργού Οικονομικών
Ο εφιάλτης του 2015 επανέρχεται
στο μυαλό μας, με αφορμή τα όσα διαδραματίζονται εξαιτίας του Κορονοϊού αυτή τη
φορά. Η εύθραυστη ελληνική οικονομία θυμίζει παλαιότερες περιόδους μέσα από τα
προβλήματα της όξυνσης των ελλειμμάτων, του χρέους, της ανεργίας κ.ά. Καθώς
πορεύεται σε θολό τοπίο, τα δυο έτη 2015 και 2020 δείχνουν να έχουν κοινά
σημεία επαφής.
Ο Φεβρουάριος του 2015
άρχισε με 1,6 δισεκατομμύρια ευρώ
στο κρατικό ταμείο και με λιγότερα από 3 δισεκατομμύρια ευρώ καταθέσεις στις
εμπορικές τράπεζες των Οργανισμών, Ταμείων και Δήμων, ενώ η ανεργία αντιπροσώπευε
το 26% του ενεργού πληθυσμού. Οι θετικές προβλέψεις για το 2014 ανατράπηκαν προς
το χειρότερο ως προς την αύξηση των επενδύσεων και του Ακαθαρίστου Εγχωρίου
Προϊόντος (ΑΕΠ), ενώ ο κρατικός προϋπολογισμός εκτροχιάστηκε. Το ίδιο θα συμβεί
και το 2020.
Το 2019 τον Ιούλιο,
παραδόθηκε κρατικό ταμείο με 37 δισεκατομμυρίων
ευρώ και με καταθέσεις στις εμπορικές τράπεζες της τάξης των 7 δισεκατομμυρίων
ευρώ των Ταμείων κ.ά. Χρειάζεται σύνεση, αποφυγή
κάθε σπατάλης –που υφίσταται– και υψηλή
αποτελεσματικότητα ως προς τη χρήση κάθε
ευρώ που αφαιρείται από το «μαξιλάρι» αυτό. Και δυστυχώς, η αποδοτικότητα των προτεινόμενων μέτρων δεν είναι η
απαιτούμενη. Οι δυσμενείς προβλέψεις διεθνών
οργανισμών επιβεβαιώνουν αυτήν τη θέση.
Το 2020 η ανεργία στη
χώρα μας θα αγγίξει το 22% και οι δυνητικές άμεσες επιπτώσεις της κρίσης στο
ΑΕΠ της (μείωση κατά 35%) θα είναι οι
χειρότερες σε σύνολο 50 χωρών σύμφωνα με τις προβλέψεις του Οικονομικού
Οργανισμού Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Στην Ελλάδα, η ύφεση το 2020 θα
προσεγγίσει το 10%, σύμφωνα με το Διεθνές νομισματικό ταμείο (ΔΝΤ), ενώ το
χρέος εκτιμάται ότι θα εκτιναχθεί ξεπερνώντας το 190% του ΑΕΠ με τις πιο
συντηρητικές προβλέψεις. Θα ήταν υψηλότερο αν η κυβέρνηση δε διέθετε την ταμειακή ρευστότητα που κληρονομήθηκε. Ο διοικητής της
Τράπεζας της Ελλάδας, προβλέπει βέβαια ύφεση μόνο 4%, ενώ το βασικό σενάριο του
Υπουργείου Οικονομικών 4,7%!
Στη Γερμανία οι δυνητικές άμεσες επιπτώσεις στην οικονομία είναι
ιδιαίτερα δυσμενείς, με 28% μείωση του ΑΕΠ, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Αναλυτικότερα,
η συνέχιση των περιοριστικών μέτρων θα μπορούσε να οδηγήσει στη μη επιβίωση
κατά το επόμενο τρίμηνο το 29,2% των επιχειρήσεων ενώ κατά το επόμενο εξάμηνο
απειλείται το 52,7% σύμφωνα με μελέτη του γερμανικού Ινστιτούτου IFO των τελών του Απριλίου.
Ειδικότερα, μεγάλες
ζημιές εκτιμάται ότι θα γνωρίσει το λιανεμπόριο με αντίστοιχα ποσοστά (για
τρίμηνο και εξάμηνο) 44,9% και 63,2% ενώ η βιομηχανία θα αντιμετωπίσει λιγότερο
δυσμενείς επιπτώσεις καταγράφοντας αντίστοιχα ποσοστά 24,8% και 48%. «Αυτά
είναι ανησυχητικά στοιχεία που επισημαίνουν το επερχόμενο κύμα πτωχεύσεων»,
τόνισε ο Klauς Wohlrabe, ο διευθύνων της
συγκεκριμένης επισκόπησης. Η γερμανική κυβέρνηση τόλμησε και άνοιξε την
οικονομία της το ταχύτερο δυνατό,
εισάγοντας ταυτόχρονα αυστηρά μέτρα προστασίας των πολιτών της από τον ιό.
Στην Ελλάδα ο τρόμος που
σκόρπισε ο ιός, η φοβία του κόσμου για τη ζωή του και οτιδήποτε σχετικό
οδήγησαν τη κυβέρνηση στη λήψη μέτρων μακράς διάρκειας. Τα συστήματα προς
ρύθμιση όμως που έχει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση, όπως και κάθε κυβέρνηση,
είναι δυο. Αυτό της υγείας και εκείνο της οικονομίας. Και τα δύο βρίσκονται σε πλήρη αλληλεξάρτηση,
συμπορευόμενα και μη λειτουργώντας το ένα υπέρ ή εις βάρος του άλλου. Αν το
σύστημα υγείας είναι ανθεκτικό, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση, αυτό διευκολύνει
τις κινήσεις στην οικονομία.
Αν υποβαθμιστεί ένα από
τα δυο προαναφερθέντα συστήματα, τότε οι ζημιές είναι μεγάλες. Η χώρα μας, κινείται
σε καθεστώς σημαντικής ύφεσης για το 2020. Οπότε η δυναμική των προσαρμογών της
οικονομίας επιβάλλεται να είναι
ισχυρότερη από ότι σε άλλες χώρες με καλύτερες οικονομικές επιδόσεις. Έτσι, η σύνεση που οφείλει να εκφράζεται με την
αυστηροποίηση των μέτρων προστασίας των πολιτών και με την περαιτέρω θωράκιση
της δημόσιας υγείας, πρέπει να συμπορεύεται με την τόλμη, που θα οδηγήσει στο ταχύτερο άνοιγμα της αγοράς, όπως
γίνεται σε άλλα κράτη.
Τα σχολεία φυσικά δεν
εντάσσονται στον όρο «αγορά», οι τουριστικές όμως εγκαταστάσεις της λεγόμενης
«βαρείας βιομηχανίας μας» ανήκουν. Και ο χρόνος στο πλαίσιο υιοθέτησης μέτρων
πολιτικής είναι μια μεταβλητή που ουδεμία κυβέρνηση μπορεί να τον χειρίζεται
κατά το δοκούν.
Οι έπαινοι της επιτυχίας
για την καραντίνα δεν εισακούγονται από τις ψυχρές εκτιμήσεις των οίκων αξιολόγησης. Ο πικρός λογαριασμός ήδη
άρχισε να έρχεται, με πρωτοστάτη τον οίκο αξιολόγησης τον Fitch, ο οποίος στο πλαίσιο των πρόσφατων εκτιμήσεων
του για τις προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας άλλαξε τις προβλέψεις του από «θετικές»
σε «σταθερές».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου